princeliness$552255$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

princeliness$552255$ - translation to ελληνικό

SON OF A PRINCE, KING, QUEEN, EMPEROR OR EMPRESS, OR OTHER HIGH-RANKING PERSON (SUCH AS A GRAND DUKE)
Princes; Qinwang; Prince Regnant; Reigning prince; Prince français; Prens; Prince regnant; Prince-regnant; Prinssi; Royal prince; Sang royal; Prince francais; Księżna; Książę; Princely; Princeliness; Son of a king; Sovereign prince; 🤴; 🤴🏻; 🤴🏼; 🤴🏽; 🤴🏾; 🤴🏿; Sovereign Prince; Prince (son of Emperor); Prince-Regnant; The Prince Regnant
  • Youssoupoff]]
  • Saint Robert Cardinal Bellarmine]] was a prince of the Roman Catholic Church during his lifetime.
  • Senate]] of the [[Roman Republic]].
  • [[José, Prince of Brazil]], [[Duke of Braganza]], died before he could ascend to the throne of Portugal.
  • princes of Waterloo]] (the Netherlands).
  • premier prince du sang}} during his lifetime (painted by Joost van Egmont).
  • Sanguszko-Lubartowicz]] (Poland).
  • Indian Prince And Parade Ceremony (by [[Edwin Lord Weeks]])
  • Georgian prince, [[Tavadi]].

princeliness      
ηγεμονικότης, ηγεμονικότητα

Ορισμός

prince
n.
1) a crown prince
2) (misc.) a prince consort

Βικιπαίδεια

Prince

A prince is a male ruler (ranked below a king, grand prince, and grand duke) or a male member of a monarch's or former monarch's family. Prince is also a title of nobility (often highest), often hereditary, in some European states. The female equivalent is a princess. The English word derives, via the French word prince, from the Latin noun prīnceps, from primus (first) and caput (head), meaning "the first, foremost, the chief, most distinguished, noble ruler, prince".